


Από τα πρώτα του λόγια αμέσως μετά την εκλογή του στις 13 Μαρτίου 2013, όταν απλώς καλησπέρισε τους πιστούς, τους ευλόγησε και τους κάλεσε να προσευχηθούν μαζί του πριν τους ευχηθεί καληνύχτα, φάνηκε ότι ο νέος Πάπας θα ήταν διαφορετικός. Και πράγματι, απλός και αντισυμβατικός σε όλη την πορεία της ζωής του, έτσι παρέμεινε και στο ύπατο αξίωμα της Καθολικής Εκκλησίας, προσδίδοντας στον ρόλο του τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του.
Αρνήθηκε να εγκατασταθεί στα παπικά διαμερίσματα του Βατικανού, κυκλοφορούσε με ένα απλό αυτοκίνητο και έδειχνε με κάθε τρόπο το ενδιαφέρον του για τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους, ανεξάρτητα από τις θρησκευτικές και πολιτικές τους πεποιθήσεις ή την καταγωγή τους, ενσαρκώνοντας με τον πιο αυθεντικό τρόπο την αντίληψή του, ότι η Εκκλησία οφείλει να συναντά τους ανθρώπους στην καθημερινότητά τους.
Όπως έγραψε στην αυτοβιογραφία του, ευπρόσδεκτοι στην Εκκλησία είναι όλοι, και οι διαζευγμένοι και οι ομοφυλόφιλοι και τα τρανς άτομα. Ήταν ο πρώτος Πάπας που όρισε γυναίκα γενική γραμματέα στο Βατικανό και επεδίωκε την ουσιαστική διεύρυνση της γυναικείας παρουσίας στη θεία λειτουργία.
Για τον Πάπα Φραγκίσκο, η κλιματική κρίση, η παγκόσμια φτώχεια και η μετανάστευση είναι αλληλένδετες.
Στην πρώτη του επίσκεψη εκτός Ρώμης, τον Ιούλιο του 2013, ταξίδεψε στο νησί Λαμπεντούζα για να συναντήσει μετανάστες που έφθαναν εκεί κατά χιλιάδες. Μίλησε για την παγκόσμια αδιαφορία απέναντι στο φαινόμενο και κάλεσε τις πλούσιες χώρες σε αφύπνιση συνείδησης. Μήνυμα που επανέλαβε στα ταξίδια του στην Ελλάδα, τον Απρίλιο του 2016 και τον Δεκέμβριο του 2021, στη Λέσβο.
Επικοινώνησα τηλεφωνικά μαζί του στις 20 Ιουλίου 2020, με αφορμή την απόφαση της τουρκικής ηγεσίας να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί. Στη συνομιλία μας, μεταξύ άλλων, εξήρε τις προσπάθειες της Ελλάδας στην υποδοχή προσφύγων και μεταναστών. Τον προσκάλεσα να επισκεφθεί ξανά τη χώρα μας την επόμενη χρονιά και δέχθηκε με χαρά. Το ταξίδι οργανώθηκε για τις 4 και 5 Δεκεμβρίου 2021, με τον ίδιο να εκφράζει την επιθυμία να μεταβεί ξανά στη Λέσβο.
Λίγες μέρες πριν, στις 16 Σεπτεμβρίου, επισκέφθηκα στη Ρώμη την κοινότητα Sant’ Egidio, οργανισμό που ασχολείται με την μετεγκατάσταση προσφύγων. Εκεί με υποδέχθηκαν πρόσφυγες από τη Λέσβο, μεταξύ των οποίων ασυνόδευτοι ανήλικοι, αλλά και οικογένειες που ο Πάπας είχε πάρει μαζί του φεύγοντας από το νησί το 2016. Είχαν ενταχθεί στη νέα τους ζωή, εργάζονταν, μάθαιναν τη γλώσσα, τα πρόσωπά τους έλαμπαν· ανθρωπιστικοί διάδρομοι στην πράξη.
Κατά την προετοιμασία της επίσκεψης, σκεφτήκαμε ποιο δώρο να του προσφέρουμε, όπως συνηθίζεται. Εκτός από ένα καλάθι με παραδοσιακά ελληνικά προϊόντα, επιλέξαμε ένα ψηφιδωτό φιλοτεχνημένο από το εργαστήριο του Βυζαντινού Μουσείου ειδικά για την περίσταση, το οποίο απεικόνιζε την ευαγγελική άμπελο με τα κλήματα. Όπως ανέφερα στην τελετή, «Ο Χριστός είναι η άμπελος και οι πιστοί τα κλήματα που παίρνουν δύναμη από τον Χριστό και καρποφορούν». Ο Πάπας μας προσέφερε το έμβλημα του αποστολικού ταξιδιού στην Ελλάδα και την Κύπρο, στο οποίο απεικονίζονται οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος. Επίσημο γεύμα δεν παρατέθηκε, καθώς προτιμούσε, όπως ενημερωθήκαμε, να συναντήσει κρατικούς λειτουργούς, μέλη του διπλωματικού σώματος και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ, στην κατ’ ιδίαν συνάντησή μας, το διεισδυτικό και γεμάτο ζεστασιά βλέμμα του, που σε γέμιζε θαλπωρή και γαλήνη. Με συγκίνησε το γνήσιο ενδιαφέρον του για την οικογένειά μου, με ρώτησε ακόμη και για την γάτα μας Καλυψώ. Συζητώντας απλά και σε φιλική ατμόσφαιρα, συμπέσαμε στην αγάπη μας για τον Ντοστογιέφσκι και τον Σαγκάλ, καθώς και για τη συγκλονιστική ταινία La Strada του Φελίνι.
Στη συνάντηση με τις αρχές και την κοινωνία των πολιτών, διατύπωσε τη σκέψη ότι χωρίς την Αθήνα και χωρίς την Ελλάδα η Ευρώπη και ο κόσμος δεν θα ήταν αυτό που είναι: όλοι θα ήταν λιγότερο σοφοί και λιγότερο ευδαίμονες. Όπως είπε χαρακτηριστικά, σε αυτή την πόλη το βλέμμα υψώνεται, μα στρέφεται και στον πλησίον. Η θάλασσα, την οποία αντικρύζει η Αθήνα, μας θυμίζει το κάλεσμα αυτής της γης: να γίνει γέφυρα ανάμεσα σε λαούς, στην καρδιά της Μεσογείου.
Την επόμενη ημέρα, 5 Δεκεμβρίου, τον υποδέχθηκα στο αεροδρόμιο της Μυτιλήνης αρχικά και στη συνέχεια στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης .Όπως πάντα, η μετακίνησή του έγινε με ένα απλό Fiat 500. Ζήτησε να περπατήσει από την είσοδο του Κέντρου για να συναντήσει τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, που τον υποδέχτηκαν με συγκίνηση και ενθουσιασμό, ενώ τα παιδιά του πρόσφεραν λουλούδια. Στην ομιλία του επανέλαβε τα λόγια του Πατριάρχη Βαρθολομαίου από την κοινή τους επίσκεψη, το 2016: «Όποιος σας φοβάται, δεν σας έχει κοιτάξει στα μάτια. Όποιος σας φοβάται, δεν έχει δει τα παιδιά σας».
Η έκκλησή του να μην μετατραπεί η Μεσόγειος, αυτή η θάλασσα μνήμης, σε θάλασσα λησμονιάς, ήταν συγκλονιστική.
Και μόνο βλέποντας τη λάμψη στα μάτια των παιδιών, το πώς χώνονταν στην αγκαλιά του γεμάτα αγάπη και ελπίδα, καταλάβαινες τη δύναμη της επιρροής του. Η τρυφερότητα, το χιούμορ, ο λόγος του, η ικανότητά του να αναδεικνύει την ανθρώπινη πλευρά του, χωρίς να χάνει το βάρος της ιερατικής του ιδιότητας, ήταν αυτά που τον έκαναν μοναδικό.
Την Κυριακή του Πάσχα, μία ημέρα πριν πεθάνει, στο μήνυμά του Urbi et Orbi, εστίασε στην ανάγκη για κατάπαυση του πυρός στις σημερινές εστίες πολέμου και υπενθύμισε, για άλλη μια φορά, ότι το Πάσχα είναι η γιορτή της ζωής, η νίκη του φωτός πάνω στο σκοτάδι.
Αυτά ήταν τα τελευταία δημόσια λόγια ενός μεγάλου Πάπα, ενός σπάνιου ανθρώπου του οποίου η ζωή και το έργο δύσκολα θα ξεχαστούν· όχι μόνο από τους πιστούς της Καθολικής Εκκλησίας, αλλά από όλη την ανθρωπότητα.