
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Πώς εκτιμάτε το γεγονός ότι η Ολλανδία και η Αυστρία, εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αρνήθηκαν να υποστηρίξουν την προσχώρηση της Βουλγαρίας στον χώρο Σένγκεν, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η χώρα μας καλύπτει όλες τις προϋποθέσεις. Επίσης, σε σχέση με την μεταναστευτική πίεση, θεωρείτε ότι η ΕΕ πρέπει να καταβάλει περισσότερες προσπάθειες για να βοηθήσει τα κράτη μας να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα;
RUMEN RADEV (από ανεπίσημη μετάφραση): Θα ήθελα να ευχαριστήσω την Ελλάδα για τη διαρκή υποστήριξη στη Βουλγαρία σχετικά με την προσχώρησή της στο Σένγκεν, στην Ευρωζώνη και στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Σε ό,τι αφορά τους ευρωπαίους εταίρους μας που ακόμη διστάζουν και θέτουν συμπληρωματικά εμπόδια στη Βουλγαρία, θέλω να επαναλάβω: η Βουλγαρία έχει εκπληρώσει όλα τα τεχνικά κριτήρια για τη συμμετοχή στον χώρο Σένγκεν ήδη από το 2011. Προσκάλεσε δύο επιθεωρήσεις τους τελευταίους δύο μήνες, που έδωσαν άριστα αποτελέσματα, και δεν δεχόμαστε να μας θέτουν συμπληρωματικές προϋποθέσεις που βρίσκονται έξω από τα κριτήρια συμμετοχής. Καλούμε τις χώρες, που ακόμη δεν δίνουν τη συγκατάθεσή τους, να αναλογισθούν ότι, όσο ταχύτερα η Βουλγαρία προσχωρήσει στον χώρο Σένγκεν, τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσουμε να μεταφέρουμε τις δυνάμεις μας από τα σύνορα με την Ελλάδα και τη Ρουμανία στα σύνορα με την Τουρκία. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη αυτά θα μπορούν να είναι πιο ήσυχα για το ότι η Βουλγαρία θα υπερασπίζει καλύτερα τα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ. Η Βουλγαρία εργάζεται σε όλα τα επίπεδα της διπλωματίας και σε όλα τα τεχνικά επίπεδα και πιστεύω ότι η λογική θα επικρατήσει, αφού δεν έχει νόημα, ενώ υπάρχει κρίση στον τομέα της ασφάλειας, να παραμένει η Βουλγαρία και η Ρουμανία έξω από τον χώρο Σένγκεν. Αυτό οδηγεί σε απώλεια οικονομικών ευκαιριών και σε προβλήματα, όχι μόνο για τις οικονομίες μας. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Κάτω Χώρες είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής στη Βουλγαρία και η Αυστρία ο δεύτερος. Καλώ επομένως τις ηγεσίες αυτών των κρατών να μην φέρνουν εμπόδια στα συμφέροντα της οικονομίας και της επιχειρηματικότητάς τους, που πράγματι επωφελούνται από τις καλές συνθήκες που προσφέρει η Βουλγαρία. Αυτή είναι η σωστή απόφαση για μένα και πιστεύω ότι του χρόνου, με σκληρή δουλειά, η Βουλγαρία και η Ρουμανία θα προσχωρήσουν στον χώρο Σένγκεν.
Σε ό,τι αφορά την υποστήριξη της ΕΕ προς την Ελλάδα και τη Βουλγαρία για την προστασία των εξωτερικών συνόρων, η απάντησή μου είναι θετική. Τα τελευταία χρόνια η ΕΕ διέθεσε σχετικά κονδύλια. Εμείς προστατεύουμε τα σύνορα από κοινού με την Frontex, αλλά η έκκλησή μου είναι, αντί να δημιουργούμε εσωτερικά σύνορα και εμπόδια ανάμεσα στα κράτη μέλη της Ένωσης, να διαθέτουμε περισσότερους πόρους στα πιο δύσκολα, τα εξωτερικά της σύνορα, δηλαδή τα σύνορα που υπερασπίζουν η Βουλγαρία και η Ελλάδα.
Αναμένουμε μεγαλύτερη αλληλεγγύη, περισσότερα κονδύλια και εξοπλισμό, καθώς και μεγαλύτερη παρουσία από τις δυνάμεις ελέγχου των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ: H Ελλάδα σταθερά και διαχρονικά έχει υποστηρίξει την ένταξη της Βουλγαρίας στη συνθήκη Σένγκεν. Θεωρούμε ότι όλα τα προαπαιτούμενα έχουν εκπληρωθεί εκ μέρους της Βουλγαρίας και επομένως δεν υπάρχει κανένας λόγος για περαιτέρω καθυστέρηση στη διαδικασία. Αυτό άλλωστε έχει προκύψει και από τις αξιολογήσεις που έχουν ήδη γίνει εκ μέρους της ΕΕ.
Άλλωστε και η διεθνής γεωπολιτική συγκυρία αυτό υπαγορεύει, την ολοκλήρωση της διαδικασίας ένταξης της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας. Οι προκλήσεις στην περιοχή συνηγορούν υπέρ της περαιτέρω ενδυνάμωσης της ΕΕ και αυτό θα γίνει με την ολοκλήρωση της διαδικασίας, που προϋποθέτει την επίδειξη αλληλεγγύης εκ μέρους των κρατών μελών προς τις δύο χώρες εταίρους μας.
Η ΕΕ είναι η οικογένειά μας και το πρόβλημα αυτό θεωρώ ότι καλό είναι να λυθεί με τον διάλογο. Ελπίζω ότι στο άμεσο μέλλον, με την ανταλλαγή επιχειρημάτων, θα πεισθούν και οι δυο τελευταίες χώρες να άρουν τις ενστάσεις τους και να προχωρήσουμε στη διαδικασία αυτή, για τα οφέλη της οποίας μίλησε ο Πρόεδρος Radev. Οι δύο χώρες μας υπερασπίζονται εξωτερικά ευρωπαϊκά σύνορα και είναι σημαντικό να ενισχύονται στην προσπάθειά τους αυτή, καθώς ούτε μπορούν να τα καταφέρουν μόνες τους, ούτε είναι δίκαιο. Θα πρέπει επομένως να επιδειχθεί αλληλεγγύη και υπευθυνότητα εκ μέρους όλων των κρατών μελών.
ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Μετά και την ολοκλήρωση της κατασκευής του αγωγού του IGB, τι προοπτικές βλέπετε στον ενεργειακό τομέα, στο πλαίσιο της ελληνοβουλγαρικής συμμαχίας;
RUMEN RADEV (από ανεπίσημη μετάφραση): Μπορώ να πω ότι οι προοπτικές της ανάπτυξης της συνεργασίας μεταξύ της Βουλγαρίας και της Ελλάδας είναι λαμπρές και αυτό οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, όχι μόνο στη γεωγραφική θέση των δύο κρατών μας, την εμπειρία και τον χαρακτήρα των ενεργειακών μας συστημάτων, αλλά και στην ισχυρή πολιτική βούληση των ηγεσιών της Βουλγαρίας και της Ελλάδας να ενισχύσουν τη συνεργασία αυτή. Περιμένουμε μέσα σε ένα χρόνο να ολοκληρωθεί ο τερματικός σταθμός φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη, όπου η Βουλγαρία συμμετέχει με 20%, έχουμε ήδη διπλασιάσει το δυναμικό αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου στη χώρα μας και παρακολουθούμε με ενδιαφέρον την κατασκευή του δεύτερου τερματικού σταθμού στην ίδια περιοχή. Εξάλλου, κατασκευάζεται ο αγωγός ηλεκτρικής ενέργειας 400 kV μεταξύ της Ν. Σάντας από ελληνικής πλευράς και της Marica-Iztok από βουλγαρικής, κάτι που θα συμβάλει στη μεγαλύτερη διασυνδεσιμότητα των συστημάτων μας. Tώρα τρέχει η διαδικασία διπλασιασμού της δυναμικότητας της υπόγειας αποθήκης φυσικού αερίου στο Chiren, που επιτρέπει όχι μόνο στη Βουλγαρία αλλά και στην Ελλάδα να ισορροπήσουν το σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου, γιατί χωρίς υπόγειες αποθήκες μεγάλης χωρητικότητας η εισαγωγή φυσικού αερίου δεν μπορεί να ισορροπηθεί και δεν είναι αποτελεσματική. Σε αυτό το σημείο η Βουλγαρία και η Ελλάδα είναι δεμένες μεταξύ τους. Η Βουλγαρία μελετά την ανανέωση των σχεδίων κατασκευής μελλοντικών ατομικών ηλεκτρικών εγκαταστάσεων, γιατί διαθέτει εκπαιδευμένο προσωπικό με μακρόχρονη εμπειρία στην ασφαλή εκμετάλλευση του πυρηνικού μας σταθμού, πρόκειται δηλαδή για ένα έργο το οποίο μπορούμε να αναπτύξουμε στο μέλλον μαζί. Η Βουλγαρία, όχι μόνο χάρη στη γεωγραφική της θέση, αλλά και χάρη στις επιτυχίες του ενεργειακού μας συστήματος, είναι σημαντικός παράγοντας, ώστε η Ελλάδα να αναπτύξει τις δυνάμεις της στον τομέα της ενέργειας. Σε ό,τι αφορά τη μεταφορά φυσικού αερίου που πρέπει να περάσει από το σύστημα μεταφοράς μας, ήδη έχουμε τον Διασυνδετήριο Αγωγό με την Ελλάδα, ώστε να φτάσει το αέριο προς τον Βορρά και τη Δύση. Επίσης, σε ό,τι αφορά την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας, η Βουλγαρία προμηθεύει την Ελλάδα με ηλεκτρική ενέργεια. Aλλά και η πράσινη ενέργεια, που θα παράγεται από ηλιακές εγκαταστάσεις και θα μεταφέρεται με υποθαλάσσιο καλώδιο στη Μεσόγειο από την Αίγυπτο στην Ελλάδα, θα πρέπει να περάσει από τη Βουλγαρία, ώστε να φτάσει στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Αυτό που μελετάμε για το μέλλον είναι να χρησιμοποιήσουμε τα φυσικά δεδομένα και το δυναμικό της Βουλγαρίας για αποθήκευση μεγάλων ποσοτήτων ενέργειας με τον πιο οικολογικό τρόπο και τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Δηλαδή, είμαστε συνδεδεμένοι τόσο στο φυσικό αέριο όσο και στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και μελλοντικά και στα συστήματα αποθήκευσης ενέργειας. Με αυτή την έννοια, η Βουλγαρία και η Ελλάδα γίνονται ένα κέντρο παραγωγής, μεταφοράς και αποθήκευσης ενέργειας, που θα μπορέσει να ισορροπήσει τα ενεργειακά συστήματα των γειτόνων και των εταίρων μας.